Από την «Ιθάκη» έως το «Όσο μπορείς» μην εξευτελίζεις τη ζωή σου ένας Κωνσταντίνος Καβάφης δρόμος

Ανθή Μιμηγιάννη
Από την «Ιθάκη» έως το «Όσο μπορείς» μην εξευτελίζεις τη ζωή σου ένας Κωνσταντίνος Καβάφης δρόμος

Κατά καβαφική ειρωνεία σήμερα είναι επέτειος γέννησης και θανάτου για τον Αλεξανδρινό ποιητή που το μεγαλύτερο ποσοστό της κληρονομιάς που μας άφησε το δημιούργησε μετά τα 40 του χρόνια. Από τα Αναγνωρισμένα, τα Αποκηρυγμένα, τα Κρυμμένα και τα Ατελή ποιήματά του και τη διδακτική Ιθάκη, η διαδρομή του Κωνσταντίνου Καβάφη περιλαμβάνει ελευθερία, ταύτιση, σοφία. «Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις».

«Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες την πολλή συνάφεια του κόσμου, Μες στες πολλές κινήσεις και ομιλίες». Πρόκειται για στίχους χαραγμένους στη μνήμη μας που αν τους διαβάσουμε έστω και μια φορά στη ζωή μας, δεν επιστρέφουμε από αυτούς.

Επίσης σίγουρο είναι πως για όποια γενιά κι αν μιλάμε, δεν υπάρχει περίπτωση να μην γνωρίζει τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Απαγορεύεται να μη γνωρίζει κάποιος τον Καβάφη ακόμα κι αν ζει κάτω από πέτρα. Εξάλλου, ο Αλεξανδρινός ποιητής διδάσκεται εντός και εκτός σχολείων και όσο κι αν μην αγαπάς την τέχνη δεν υπάρχει περίπτωση να μην τον συναντήσεις σε εκείνα τα ταξίδια που απολαμβάνεις τη διαδρομή χωρίς να σε ενδιαφέρει ο προορισμός.

Ο υπερρεαλιστής του έρωτα Καζανόβα: Αυτή είναι η ερωμένη που τον άφησε (κυριολεκτικά) στο διαβάστηκε

Η Ιθάκη

Το ταξίδι της ζωής και η προσωπική μας Ιθάκη -που γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1910 (και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Γράμματα, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στο τεύχος Οκτωβρίου - Νοεμβρίου του 1911) είναι ένα διαμάντι με αντισυμβατική σύνταξη και ορθογραφία που θα ζει στους αιώνες των αιώνων. Η ευχή του σπουδαιότατου Έλληνα ποιητή της σύγχρονης εποχής στον αναγνώστη όταν εκείνος ήταν 48 ετών να «είναι μακρύς ο δρόμος» αλλά και η προτροπή «μη βιάζεις το ταξίδι διόλου» αποτελεί τον κανόνα της ψυχολογικής και φιλοσοφικής αναζήτησής μας.

Ενώ άλλα μυθολογικά ποιήματα του Καβάφη περιγράφουν στιγμές από το ιστορικό παρελθόν, η Ιθάκη αποδίδεται όχι ως το ομηρικό ταξίδι του Οδυσσέα, αλλά ως μια μεταφυσική και ψυχολογική αναζήτηση του κάθε αναγνώστη, στον οποίο απευθύνεται άμεσα ο ποιητής. Η Ιθάκη κατατάσσεται στα διδακτικά ποιήματα του Καβάφη με χαρακτηριστικά τη χρήση του β΄ ενικού, τον επιστολικό χαρακτήρα με αποδέκτη τον αναγνώστη, τον συμβουλευτικό και παραινετικό χαρακτήρα, τον υποβλητικό διδακτισμό.

eb9ee9bd5660a5e79ff4133b879f5760.jpg

Σαν σήμερα γεννιέται και πεθαίνει ο Αλεξανδρινός

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης που είχε κατατάξει τα ποιήματά του σε τρεις κατηγορίες: τα ιστορικά, τα φιλοσοφικά και τα ερωτικά ή αισθησιακά, γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στις 29 Απριλίου του 1863 (ν.ημ.) και κατά καβαφική -κυριολεκτικά- ειρωνεία πέθανε στις 29 Απριλίου του 1933. Προερχόμενος από ευκατάστατη οικογένεια, ο ίδιος δούλεψε ως δημοσιογράφος, μεσίτης, γραμματέας, υπάλληλος. Θεωρείται από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης εποχής και το γεγονός πως έζησε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον έχει αφήσει ανεξίτηλο στη μνήμη μας ως Αλεξανδρινό. Ο Καβάφης δημοσίευσε πολλά ποιήματα όμως δεκάδες παρέμειναν ως προσχέδια. Είναι γνωστό πως ο Καβάφης τα σημαντικότερα έργα του τα δημιούργησε μετά τα 40 έτη.

«Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι» και πώς ο Μίλαν Κούντερα άνοιξε νέους τρόπους γραφής & ανάγνωσης

Σήμερα η ποίησή του όχι μόνο έχει επικρατήσει στην Ελλάδα, αλλά και κατέλαβε μία εξέχουσα θέση στην ευρωπαϊκή ποίηση, ύστερα από τις μεταφράσεις των ποιημάτων του αρχικά στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά και κατόπιν σε πολλές άλλες γλώσσες.

Από Το Πρώτο Σκαλί και τις Θερμοπύλες στο Όσο μπορείς και Το 31 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια και στην Ιθάκη ένας Καβάφης δρόμος χωρίς καμία Μονοτονία.

Το σώμα των καβαφικών ποιημάτων περιλαμβάνει: Τα 154 ποιήματα που αναγνώρισε ο ίδιος (τα λεγόμενα Αναγνωρισμένα), τα 37 Αποκηρυγμένα ποιήματά του, τα περισσότερα νεανικά, σε ρομαντική καθαρεύουσα, τα οποία αργότερα αποκήρυξε, τα Κρυμμένα, δηλαδή 75 ποιήματα που βρέθηκαν τελειωμένα στα χαρτιά του, καθώς και τα 30 Ατελή, που βρέθηκαν στα χαρτιά του χωρίς να έχουν πάρει την οριστική τους μορφή.

Το πριν της Ιθάκης βρίσκεται στα «Κρυμμένα»

Με παρόμοιο θέμα σαν αυτό της Ιθάκης, ο Καβάφης είχε γράψει το 1894 το ποίημα Δευτέρα Οδύσσεια, το οποίο δεν είχε δημοσιεύσει και ανήκει στα αποκαλούμενα «κρυμμένα ποιήματα», τα οποία είτε βρέθηκαν «κρυμμένα» στο αρχείο του Καβάφη, είτε σε αρχεία φίλων και συγγενών, σε αντίθεση με την Ιθάκη που ανήκει στα αναγνωρισμένα ποιήματά του. Σε εκείνο το ποίημα ο Οδυσσέας εγκαταλείπει εκούσια την Ιθάκη, αφού την βρήκε, για νέα ταξίδια, αφού η Ιθάκη αποδεικνύεται εσφαλμένος και απατηλός προορισμός, «όλη του η Ιθάκη ήτο μικρά». Σε αντίθεση με αυτό το ρομαντισμό της νεότητας του Καβάφη των 31 ετών, στην Ιθάκη, ο ωριμότερος Καβάφης, στα 48 του χρόνια, πιο ρεαλιστής, παρουσιάζει τον Οδυσσέα, σοφό, να γυρίζει σε αυτήν γνωρίζοντας «οι Ιθάκες τι σημαίνουν».

Καβάφης = Ελευθερία

Το 1996, προβλήθηκε η κινηματογραφική ταινία Καβάφης ελαφρώς βασισμένη στη ζωή του, με τους Δημήτρη Καταλειφό και Βασίλη Διαμαντόπουλο στον ομώνυμο ρόλο και σε σκηνοθεσία Γιάννη Σμαραγδή. Το 2004, ο Sean Connery απήγγειλε την Ιθάκη του Καβάφη, σε μουσική επένδυση του Βαγγέλη Παπαθανασίου, Αυτή η εκτέλεση κυκλοφόρησε σε CD και συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο Ithaca - A Journey in Colour της Micheline Roquebrune Connery.

Σήμερα, η ποίησή του όχι μόνο έχει επικρατήσει στην Ελλάδα, αλλά κατέλαβε μία εξέχουσα θέση στην παγκόσμια ειρήνη. Είναι ο ποιητής της ελευθερίας, εκείνης, που αφήνει το άτομο να εξυπηρετήσει όπως αισθάνεται καλύτερα τη ζωή και την ομορφιά.

Ακολουθούν κάποια από τα σπουδαιότερα και διαχρονικά επίκαιρα ποιήματα που γράφτηκαν ποτέ σε παγκόσμιο επίπεδο

Το πρώτο σκαλί

Εις τον Θεόκριτο παραπονιούνταν
μιά μέρα ο νέος ποιητής Ευμένης·
«Τώρα δυό χρόνια πέρασαν που γράφω
κ' ένα ειδύλιο έκαμα μονάχα.
Το μόνον άρτιόν μου έργον είναι.
Αλλοίμονον, είν' υψηλή το βλέπω,
πολύ υψηλή της Ποιήσεως η σκάλα·
και απ' το σκαλί το πρώτο εδώ που είμαι
ποτέ δεν θ' αναιβώ ο δυστυχισμένος».
Ειπ' ο Θεόκριτος· «Αυτά τα λόγια
ανάρμοστα και βλασφημίες είναι.
Κι αν είσαι στο σκαλί το πρώτο, πρέπει
νάσαι υπερήφανος κ' ευτυχισμένος.
Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.
Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο
πολύ από τον κοινό τον κόσμο απέχει.
Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο
πρέπει με το δικαίωμά σου νάσαι
πολίτης εις των ιδεών την πόλι.
Και δύσκολο στην πόλι εκείνην είναι
και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν.
Στην αγορά της βρίσκεις Νομοθέτας
που δεν γελά κανένας τυχοδιώκτης.
Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα».

Λήθη

Κλειστά εντός ανθοκομείου
υπό τα υελώματα τ' άνθη ξεχνούν
πώς είν' η λάμψις του ηλίου
και πώς φυσούν αι αύρ' αι δροσεραί όταν περνούν.

Το Μετέπειτα

Πιστεύω το Μετέπειτα. Δεν με πλανούν ορέξεις
της ύλης ή του θετικού αγάπη. Δεν είν' έξις
άλλ' ένστικτον. Θα προστεθή η ουρανία λέξις

εις της ζωής την ατελή την άλλως άνουν φράσιν.
Ανάπαυσις και αμοιβή θέλουν δεχθή την δράσιν.
Ότε δια παντός κλεισθή το βλέμμα εις την Πλάσιν

θα ανοιχθή ο οφθαλμός ενώπιον του Πλάστου.
Κύμα αθάνατον ζωής θα ρεύση εξ εκάστου
Ευαγγελίου του Χριστού - ζωής αδιασπάστου.

Μονοτονία

Την μιά μονότονην ημέραν άλλη
μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί. Θα γίνουν
τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι -
οι όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφίνουν.

Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα.
Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει·
είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα.
Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.

Ρωτούσε για την ποιότητα

Απ' το γραφείον όπου είχε προσληφθεί
σε θέση ασήμαντη και φθηνοπληρωμένη
(ως οκτώ λίρες το μηνιάτικό του: με τα τυχερά)
βγήκε σαν τέλεψεν η έρημη δουλειά
που όλο το απόγευμα ήταν σκυμένος:
βγήκεν η ώρα επτά, και περπατούσε αργά
και χάζευε στον δρόμο.- Έμορφος·
κ' ενδιαφέρων: έτσι που έδειχνε φθασμένος
στην πλήρη του αισθησιακήν απόδοσι.
Τα είκοσι εννιά, τον περασμένο μήνα τα είχε κλείσει.

Εχάζευε στον δρόμο, και στες πτωχικές
παρόδους που οδηγούσαν προς την κατοικία του.

Περνώντας εμπρός σ' ένα μαγαζί μικρό
όπου πουλιούνταν κάτι πράγματα
ψεύτικα και φθηνά για εργατικούς,
είδ' εκεί μέσα ένα πρόσωπο, είδε μια μορφή
όπου τον έσπρωξαν και εισήλθε, και ζητούσε
τάχα να δει χρωματιστά μαντήλια.

Ρωτούσε για την ποιότητα των μαντηλιών
και τι κοστίζουν· με φωνή πνιγμένη,
σχεδόν σβυσμένη απ' την επιθυμία.
Κι ανάλογα ήλθαν η απαντήσεις,
αφηρημένες, με φωνή χαμηλωμένη,
με υπολανθάνουσα συναίνεσι.

Όλο και κάτι έλεγαν για την πραγμάτεια - αλλά
μόνος σκοπός: τα χέρια των ν' αγγίζουν
επάνω απ' τα μαντήλια· να πλησιάζουν
τα πρόσωπα, τα χείλη σαν τυχαίως·
μια στιγμιαία στα μέλη επαφή.

Γρήγορα και κρυφά, για να μη νοιώσει
ο καταστηματάρχης που στο βάθος κάθονταν.

Θερμοπύλες

Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κ' ίσοι σ' όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ' ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.

Και περισσότερη τιμή τους πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ' οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.

Τεχνητά Άνθη

Δεν θέλω τους αληθινούς ναρκίσσους - μηδέ κρίνοι
μ' αρέσουν, μηδέ ρόδ' αληθινά.
Τους τετριμμένους, τους κοινούς κήπους κοσμούν. Με δείνει
η σάρκα των πικρία, κούρασι, κι' οδύνη -
τα κάλλη των βαρυούμαι τα φθαρτά.

Δόστε με άνθη τεχνητά - η δόξαις του τσινιού και του μετάλλου -
που δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν, με μορφαίς που δεν γερνούν.
Άνθη των εξαισίων κήπων ενός τόπου άλλου,
που Θεωρίαις, και Ρυθμοί, και Γνώσεις κατοικούν.

Άνθη αγαπώ από υαλί ή από χρυσό πλασμένα,
της Τέχνης της πιστής δώρα πιστά·
με χρώματ' απ' τα φυσικά πιο εύμορφα βαμμένα,
και με σεντέφι και με σμάλτο δουλευμένα,
με φύλλα και κλωνάρια ιδανικά.

Παίρνουν την χάρι των από σοφή κι' αγνότατη Καλαισθησία·
μέσα στα χώματα δεν φύτρωσαν και μες σταις λάσπαις ρυπαρά.
Εάν δεν έχουν άρωμα, θα χύσουμ' ευωδία,
θα κάψουμ' εμπροστά των μύρα αισθηματικά.

Αλεξανδρινοί βασιλείς

Μαζεύθηκαν οι Αλεξανδρινοί
να δουν της Κλεοπάτρας τα παιδιά,
τον Καισαρίωνα, και τα μικρά του αδέρφια,
Αλέξανδρο και Πτολεμαίο, που πρώτη
φορά τα βγάζαν έξω στο Γυμνάσιο,
εκεί να τα κηρύξουν βασιλείς,
μες στη λαμπρή παράταξη των στρατιωτών.

Ο Αλέξανδρος -- τον είπαν βασιλέα
της Αρμενίας, της Μηδίας, και των Πάρθων.
Ο Πτολεμαίος -- τον είπαν βασιλέα
της Κιλικίας, της Συρίας, και της Φοινίκης.
Ο Καισαρίων στέκονταν πιο εμπροστά,
ντυμένος σε μετάξι τριανταφυλλί,
στο στήθος του ανθοδέσμη από υακίνθους,
η ζώνη του διπλή σειρά σαπφείρων κι αμεθύστων,
δεμένα τα ποδήματά του μ' άσπρες
κορδέλλες κεντημένες με ροδόχροα μαργαριτάρια.
Αυτόν τον είπαν πιότερο από τους μικρούς,
αυτόν τον είπαν Βασιλέα των Βασιλέων.

Οι Αλεξανδρινοί έννοιωθαν βέβαια
που ήσαν λόγια αυτά και θεατρικά.

Αλλά η μέρα ήταν ζεστή και ποιητική,
ο ουρανός ένα γαλάζιο ανοιχτό,
το Αλεξανδρινό Γυμνάσιον ένα
θριαμβικό κατόρθωμα της τέχνης,
των αυλικών η πολυτέλεια έκτακτη,
ο Καισαρίων όλο χάρις κ' εμορφιά
(της Κλεοπάτρας υιός, αίμα των Λαγιδών)·
κ' οι Αλεξανδρινοί έτρεχαν πια στην εορτή,
κ' ενθουσιάζονταν, κ' επευφημούσαν
ελληνικά, κ' αιγυπτιακά, και ποιοί εβραίικα,
γοητευμένοι με τ' ωραίο θέαμα --
μ' όλο που βέβαια ήξευραν τι άξιζαν αυτά,
τι κούφια λόγια ήσανε αυτές οι βασιλείες.

Το 31 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια

Απ' την μικρή του, στα περίχωρα πλησίον, κώμη,
και σκονισμένος από το ταξείδι ακόμη

έφθασεν ο πραγματευτής. Και «Λίβανον!» και «Κόμμι!»
«Άριστον Έλαιον!» «Άρωμα για την κόμη!»

στους δρόμους διαλαλεί. Αλλ' η μεγάλη οχλοβοή,
κ' η μουσικές, κ' η παρελάσεις που αφίνουν ν' ακουσθεί.

Το πλήθος τον σκουντά, τον σέρνει, τον βροντά.
Κι όταν πια τέλεια σαστισμένος, «Τι είναι η τρέλλα αυτή;» ρωτά,

ένας του ρίχνει κι αυτουνού την γιγαντιαία ψευτιά
του παλατιού - που στην Ελλάδα ο Αντώνιος νικά.

Όταν, φίλοι μου, αγαπούσα...

Όταν, φίλοι μου, αγαπούσα -
είναι προ πολλών ετών -
στην ιδίαν γη δεν ζούσα
μετά των λοιπών θνητών.

Λυρικήν την φαντασίαν
είχον, κι' αν απατηλήν,
μ' εχορήγει ευτυχίαν
όμως ζώσαν και θερμήν.

Σ' ό,τι έβλεπε το 'μάτι
πλούσιαν έδιδε θωρηά·
της αγάπης μου παλάτι
μοι εφαίνετο η φωληά.

Και το τσίτινο φουστάνι
εφορούσε το φθηνό,
σας ομνύω μοι εφάνη
κατ' αρχάς μεταξωτό.

Της εστόλιζαν τα χέρια
δυο βραχιόλια φτωχικά·
δι' εμένα τζοβαέρια
ήσανε αρχοντικά.

Στο κεφάλι μαζεμένα
άνθη εφόρει απ' το βουνό -
ποια ανθοδέσμη δι' εμένα
είχε τέτοιον στολισμό;

Ομαλούς τους περιπάτους
πάντα βρίσκαμε μαζύ,
και ή δεν είχε τότε βάττους,
ή τας έκρυπτεν η γη.

Δεν με πείθει νυν το πνεύμα
των ρητόρων και σοφών,
όσον εν εκείνης νεύμα,
κατ' εκείνον τον καιρόν.

Όταν, φίλοι μου, αγαπούσα -
είναι προ πολλών ετών -
στην ιδίαν γη δεν ζούσα
μετά των λοιπών θνητών.

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους,
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ'έδωσε τ' ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.

Φυγάδες

Πάντα η Αλεξάνδρεια είναι. Λίγο να βαδίσεις
στην ίσια της οδό που στο Ιπποδρόμιο παύει,
θα δεις παλάτια και μνημεία που θ' απορήσεις.
Όσο κι αν έπαθεν απ' τους πολέμους βλάβη
όσο κι αν μίκραινε, πάντα θαυμάσια χώρα.
Κ' έπειτα μ' εκδρομές, και με βιβλία,
και με σπουδές διάφορες περνά η ώρα.
Το βράδυ μαζευόμεθα στην παραλία
ημείς οι πέντε (με ονόματα όλοι
πλαστά βεβαίως) κι άλλοι μερικοί Γραικοί
απ' τους ολίγους όπου μείνανε στην πόλι.
Πότε μιλούμε για εκκλησιαστικά (κάπως λατινικοί
μοιάζουν εδώ), πότε φιλολογία.
Προχθές του Νόννου στίχους εδιαβάζαμε.
Τι εικόνες, τι ρυθμός, τι γλώσσα, τι αρμονία.
Ενθουσιασμένοι τον Πανοπολίτην εθαυμάζαμε.
Έτσι περνούν η μέρες, κ' η διαμονή
δυσάρεστη δεν είναι, γιατί, εννοείται,
δεν πρόκειται νάναι παντοτεινή.
Καλές ειδήσεις λάβαμε, και είτε
από την Σμύρνη κάτι γίνει τώρα, είτε τον Απρίλιο
οι φίλοι μας κινήσουν απ' την Ήπειρο, τα σχέδιά μας
επιτυγχάνουν, και τον ρίχνουμεν ευκόλως τον Βασίλειο.
Και τότε πια κ' εμάς θάρθ' η σειρά μας.

Όσο μπορείς

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την,
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μιά ξένη φορτική.

Δες τα άπαντα του Καβάφη εδώ.

Το τέλος

Το 1932, ο Καβάφης, άρρωστος από καρκίνο του λάρυγγα, πήγε για θεραπεία στην Αθήνα, όπου παρέμεινε αρκετό διάστημα, εισπράττοντας μια θερμότατη συμπάθεια από το πλήθος των θαυμαστών του. Επιστρέφοντας όμως στην Αλεξάνδρεια, η κατάστασή του χειροτέρεψε. Εισήχθη στο Νοσοκομείο της Ελληνικής Κοινότητας, όπου και απεβίωσε την ημέρα των γενεθλίων του, στις 29 Απριλίου 1933.

Ένα σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμα του ποιητή:

Εἶμαι Κωνσταντινουπολίτης τὴν καταγωγήν, ἀλλὰ ἐγεννήθηκα στὴν Ἀλεξάνδρεια — σ' ἕνα σπίτι τῆς ὁδοῦ Σερίφ· μικρὸς πολὺ ἔφυγα, καὶ ἀρκετὸ μέρος τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας τὸ πέρασα στὴν Ἀγγλία. Κατόπιν ἐπισκέφθην τὴν χώραν αὐτὴν μεγάλος, ἀλλὰ γιὰ μικρὸν χρονικὸν διάστημα. Διέμεινα καὶ στὴ Γαλλία. Στὴν ἐφηβικήν μου ἡλικίαν κατοίκησα ὑπὲρ τὰ δύο ἔτη στὴν Κωνσταντινούπολη. Στὴν Ἑλλάδα εἶναι πολλὰ χρόνια ποὺ δὲν ἐπῆγα. Ἡ τελευταία μου ἐργασία ἦταν ὑπαλλήλου εἰς ἕνα κυβερνητικὸν γραφεῖον ἐξαρτώμενον ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖον τῶν Δημοσίων Ἔργων τῆς Αἰγύπτου. Ξέρω Ἀγγλικά, Γαλλικὰ καὶ ὁλίγα Ἰταλικά.

P.S. Αξίζει να αναφερθεί πως το 1926, του απονεμήθηκε το βραβείο Φοίνικας από την κυβέρνηση του Θεόδωρου Πάγκαλου.

P.S.2 Να αναφέρουμε επίσης ότι από τις 16 Νοεμβρίου 1992, το διαμέρισμα του Καβάφη, στην άλλοτε κακόφημη συνοικία του Αταρίν στην Αλεξάνδρεια, έχει μετατραπεί σε μουσείο. Το μουσείο διαθέτει αρκετά από τα σκίτσα και τα πρωτότυπα χειρόγραφα του Καβάφη, φωτογραφίες και πορτρέτα του.

P.S.3 Κι αν είσαι από εκείνους που αναζητούν το νόημα στο ταξίδι της ζωής, μη φοβάσαι. Ο Καβάφης τα διαμάντια του τα έγραψε μετά τα 40.

Η «καταραμένη» ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, τα Εξάρχεια, η décadence και ο έρωτας για τον «Τάκη»

kavafis-1-(1).jpg